Γράφει ο Μιχάλης Καβουκλής
Το θέμα της θρησκευτικότητας στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν πάντα ένα μείζον θέμα, καθώς η θρησκευτικότητα ενός δημοσίου προσώπου το συνόδευε και το χαρακτήριζε για πάντα. Και κάθε φορά που ένα αντίστοιχο θέμα εγειρόταν, αυτό δημιουργούσε πάντα μία συζήτηση για τον διαχωρισμό κράτους και εκκλησίας στις ΗΠΑ.
Οι Αμερικανοί Εθνοπατέρες ήταν στην πλειοψηφία τους Δεϊστές, δηλ. πίστευαν ότι ένα Ανώτερο Ον, ο Θεός, δημιούργησε το Σύμπαν και τους νόμους της φύσης, αλλά εκεί σταματάει και η παρέμβασή του σε αυτό: ένας μη παρεμβατικός Θεός δεν χρειάζεται λατρεία ή θρησκεία. Ερμηνεύοντας ταυτόχρονα τις προθέσεις των Εθνοπατέρων και τις διατάξεις του Αμερικανικού Συντάγματος θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι ΗΠΑ είναι ένα κοσμικό κράτος καθώς το κράτος (Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση, Πολιτείες, Αυτοδιοίκηση) απαγορεύεται να ιδρύει εκκλησίες ή να υιοθετεί θρησκείες, αρά δεν δρα με θρησκευτικά κριτήρια και γνώμονες. Ταυτόχρονα, το Κράτος δεν είναι εχθρικό προς την θρησκεία καθώς κάθε πολίτης έχει το δικαίωμα να ασκεί ελεύθερα οποιαδήποτε θρησκεία επιθυμεί χωρίς να υπόκειται σε διακρίσεις για αυτό το γεγονός. Αξίζει να σημειωθεί, ότι αντίθετα με τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό που στοχοποίησε την Εκκλησία και τη θρησκεία γενικότερα στα πλαίσια της εκκοσμίκευσης, ο Αμερικανικός Διαφωτισμός ήταν έως και φιλικός προς τις θρησκείες, με το νεοσύστατο κράτος να σέβεται τις θρησκευτικές ιδιαιτερότητες των Πολιτειών κατά την κατάργηση των δεσμών Εκκλησίας-Κράτους (πολλές είχαν επίσημη θρησκεία) ή ακόμη και διατηρώντας έστω και εθιμικά στοιχεία στις προσαρτηθείσες νέες πολιτείες (π.χ. η Λουϊζιάνα, ακόμη και σήμερα, είναι οργανωμένη σε Ενορίες «Parishes» κατάλοιπο της καθολικής γαλλικής παράδοσης).
Η πρακτική διαφέρει όμως αρκετά από την πραγματικότητα. Η κοσμικότητα των ΗΠΑ είναι ένα θέμα διαρκούς συζήτησης και μόνο στα δικαστήρια το θέμα έχει την αρχική του διάσταση. Από το «God Bless America» και το «In God We Trust» που υπάρχουν παντού ενσταλαγμένα στην αμερικανική ρητορική και παρουσιάζουν το οξύμωρο ένα δεϊστικών καταβολών κράτος να επικαλείται την θετική παρέμβαση, μέχρι την γενικότερη παράδοση των Αμερικανών Προέδρων να επιλέγουν την «Βίβλο» στην οποία θα ορκιστούν, αποδεικνύουν τον ισχυρό ρόλο της χριστιανικής θρησκείας στην αμερικανική πολιτική ζωή.
Παρόλο που τα ποσοστά «άθεων» συνεχώς ανεβαίνουν στις ΗΠΑ, η πλειοψηφία του πληθυσμού επιλέγει ένα θρήσκευμα (76% Χριστιανοί, 1,2% Εβραίοι, 0,8% Μουσουλμάνοι, 1-2% όλες οι υπόλοιπες θρησκείες και περίπου ένα 20% που τοποθετείται μεταξύ του «πιστεύω σε ένα υπέρτατο ον χωρίς συγκεκριμένη θρησκεία» μέχρι «δεν πιστεύω στην ύπαρξη και δεν λατρεύω κανενός είδους υπερφυσική δύναμη»). Η συντριπτική πλειοψηφία των Προέδρων εκλέγονται από τις τάξεις των διαφόρων προτεσταντικών σχηματισμών, με έξι να μην έχουν σαφή ένταξη σε κάποια εκκλησία/δόγμα και μόλις έναν Καθολικό. Μάλιστα, ο ένας αυτός, ο John F. Kennedy, ένας από τους πιο προοδευτικούς προέδρους που είχαν οι ΗΠΑ, είχε κατηγορηθεί μεταξύ άλλων ότι οι σχέσεις του με την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, θα επέτρεπαν την επιβολή στις ΗΠΑ συγκεκριμένων πολιτικών από το Βατικανό και τις ισχυρές καθολικές κοινότητες των ΗΠΑ, επιβεβαιώνοντας έτσι την γενικότερη αντιπάθεια των «διαφωτισμένων» αμερικανών για τις πιο παλιές, κεντρικά οργανωμένες θρησκείες.
Όπως πολλά πράγματα στις ΗΠΑ, έτσι και εδώ χάριν της ταυτόχρονης κοσμικότητας του Κράτους και θρησκευτικότητας της κοινωνίας, τα δημόσια πρόσωπα πρέπει να βρίσκονται σε μία διαρκή προσπάθεια να αποδείξουν ότι μπορούν να είναι και φιλελεύθερα και θρησκευόμενα ή άθεα και ηθικά, με τους αντίστροφους συνδυασμούς να θεωρούνται στερεοτυπικά αυτονόητοι: αν είσαι άθεος είσαι προοδευτικός και αν είσαι θρησκευόμενος είσαι ηθικός. Τώρα, κατά πόσο υπάρχουν γκρίζες αποχρώσεις και όχι απόλυτες αλήθειες στην αμερικανική ιδιοσυγκρασία θα το εξετάσουμε σε ένα μελλοντικό αμεριΚάλτσουρ.
Το παρόν δημοσιεύθηκε πρωτότυπα στο τεύχος 67 του περιοδικού «Λωτός», στα πλαίσια της συνεργασίας του με το rhodes.online.