Ελευθερία της σκέψης
Η απουσία της Ελευθερία της σκέψης είναι δυνατόν να μην προσφέρει καμιά πρόοδο και εξέλιξη της ψυχής και της ανθρώπινης ύπαρξης.
Η Ελευθερία αποτελεί, για τον άνθρωπο, την δυνατότητά του να δρα και να άγεται κατά βούληση. Η καθολική ελευθερία, με τα σημερινά δεδομένα, είναι το σωρευτικό αποτέλεσμα της ατομικής, της κοινωνικής και της πολιτικής ελευθερίας, καθώς και των εσωτερικών ελευθεριών.
Μεγάλο μέρος της φιλοσοφικής αναζήτησης περί ελευθερίας συγκεντρώνεται γύρω από την έννοια του Ντετερμινισμού, κατά τον οποίο κάθε φαινόμενο είναι αποτέλεσμα της αλληλουχίας συγκεκριμένων προηγούμενων και παρόντων γεγονότων/φαινομένων. Αποτελεί μέρος της αρχέγονης αναζήτησης γύρω από θέματα που έχουν να κάνουν με την Μοίρα και το Πεπρωμένο.
Οι έννοιες της αιτιοκρατίας (Determinism ή Ντετερμινισμός) και γενικότερα πεπρωμένου μπορεί να περιλαμβάνουν αντικρουόμενες ερμηνείες. Για παράδειγμα η φαταλιστική έννοια πως τα γεγονότα θα εξελιχθούν με συγκεκριμένο τρόπο ότι και αν κάνει ο άνθρωπος έρχεται σε αντίθεση με τον ντετερμινισμό, όπου θέλει τον άνθρωπο ναι μεν να συμπεριφέρεται με τρόπο που καθορίζουν παρελθόντα και παρόντα γεγονότα/φαινόμενα, αλλά και να είναι ο ίδιος μέρος της αλληλουχίας που συμβάλει στην επιρροή μελλοντικών γεγονότων.
Κατά την αιτιοκρατία η έκφραση της ελευθερίας της βούλησης επικεντρώνεται (και περιορίζεται) σε πρακτικές διευκολύνσεις που υπηρετούν την εκάστοτε θέληση του ανθρώπου, όπως τις αντιλαμβάνεται ο άνθρωπος ανάλογα με τις κατά περίπτωση ηθικές παραδόσεις ή και συνήθειες, με την ελευθερία της επιλογής να μην είναι κάτι που μπορεί να επηρεάσει την κατάληξη παρόντων αποφάσεων ή αποτελεσμάτων δεδομένου του τετελεσμένου παρελθόντων και παρόντων φαινομένων.
Ισότητα
Ισότητα χωρίς αυτήν δεν είναι δυνατός ο δίκαιος διαμοιρασμός δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, προς όφελος της εσωτερικής γαλήνης του ατόμου και της κοινωνικής ειρήνης.
Υπενθυμίζεται, ότι Ισότητα στην Αθηναϊκή Δημοκρατία σήμαινε την πεποίθηση ότι όλοι έχουν τα ίδια δικαιώματα να συμμετέχουν στα κοινά, δηλαδή να μιλούν σε πολιτικές συνελεύσεις, να αναλαμβάνουν τα αξιώματα της πόλης τους και να έχουν την ίδια αντιμετώπιση από το νόμο (Θουκυδίδης, Iστοριών 2.37).
Η έννοια της ισότητας ήταν ακραιφνώς πολιτική και δεν κάλυπτε τον κοινωνικό και οικονομικό τομέα της ζωής των πολιτών. Οι γυναίκες, οι μέτοικοι και οι δούλοι αποκλείονταν από τη συμμετοχή στα κοινά, επειδή δεν είχαν πλήρη πολιτικά δικαιώματα.
Η ίδρυση κληρουχιών ανακούφισε τα ασθενέστερα κυρίως οικονομικά στρώματα της Αθήνας ικανοποιώντας το αίτημά τους για εύρεση γης. Δεν προσπάθησε, όμως, ούτε να εξισώσει οικονομικά τους Αθηναίους, ούτε και να τους κάνει να απολαμβάνουν ίσα οικονομικά προνόμια. Ο πλούτος -ή τουλάχιστον η ευπορία- ήταν απαραίτητη προϋπόθεση, για να μπορεί ένας πολίτης να συμμετέχει ενεργά στα κοινά και για το λόγο αυτό οι πολίτες που ασχολήθηκαν συστηματικά με την πολιτική δεν αντιμετώπιζαν προβλήματα επιβίωσης.
Για την ιστορία, υπενθυμίζεται ότι η ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών συγκαταλέγεται στις θεμελιώδεις αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ανάγεται στο 1957, όταν η αρχή της ίσης αμοιβής για ίση εργασία περιλήφθηκε στη Συνθήκη της Ρώμης.
Ισηγορία
Αν και τυπικά η ισηγορία, δηλαδή η ισότητα στο δικαίωμα του λόγου, ανήκε σε όλους τους πολίτες και αποτελούσε προϋπόθεση για την ενεργό συμμετοχή τους στην Εκκλησία του δήμου, στην πράξη όμως τη δυνατότητα αυτή την είχαν σχεδόν αποκλειστικά οι κάτοικοι της Αθήνας. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι εκείνοι που ζούσαν στην ύπαιθρο δεν μπορούσαν να μεταβαίνουν εύκολα στο άστυ, για να συμμετέχουν στις συνεδριάσεις της Εκκλησίας του Δήμου, εξαιτίας κυρίως της απόστασης. Παράλληλα, η άσκηση κάποιου αξιώματος απαιτούσε την αφιέρωση ενός σημαντικού μέρους από τον προσωπικό χρόνο του πολίτη, κάτι που δεν ήταν οικονομικά εφικτό για τους φτωχότερους Αθηναίους, οι οποίοι στήριζαν τη διαβίωσή τους στην προσωπική καθημερινή τους εργασία. Ο δικαστικός και ο βουλευτικός μισθός τον 5ο αιώνα π.Χ., καθώς και ο εκκλησιαστικός κατά τον 4ο αιώνα π.Χ., ήταν σχετικά μικροί και απλώς υποβοήθησαν, χωρίς ωστόσο να αντιμετωπίσουν ουσιαστικά τις δυσκολίες που εμπόδιζαν την ενεργό συμμετοχή των κατώτερων οικονομικά στρωμάτων στα κοινά.
Εθελοντισμός και Αλτρουισμός (altruisme)
Η οπτική μας για τον εθελοντισμό διαφοροποιείται από τη φιλανθρωπία και τη συμπόνια προς τον αδικημένο. Τα ευεργετήματα του θεσμού αυτού ευνοούν πρώτα και κυρίως τον ίδιο τον εθελοντή. Το κίνητρο παύει να είναι μια θέση στη βασιλεία των ουρανών αλλά η γνωριμία και η συνύπαρξη του εθελοντή με τον συνάνθρωπο. Βαδίζει έτσι, προς την δική του αυτοπραγμάτωση και ανάπτυξη, ως κοινωνικό ον, στο πλαίσιο ενός οράματος που μοιράζεται για ένα καλύτερο κόσμο.
Ο Εθελοντισμός λειτουργεί ως εξισορροπητικός παράγοντας στις κοινωνικές αλλαγές, αφυπνίζοντας και δραστηριοποιώντας τους πολίτες να συμμετέχουν σε κοινωνικά θέματα.
Ο Εθελοντισμός καταπολεμά την απομόνωση των πολιτών, βοηθά και καλλιεργεί το συλλογικό πνεύμα εργασίας και ικανοποιεί τις ανάγκες μιας πολυπολιτισμικής κοινωνίας.
Ο Εθελοντισμός καλλιεργεί την αδελφοσύνη των πολιτών και την αποδοχή του διαφορετικού. Ο εθελοντής ξεπερνά τις προκαταλήψεις και τις όποιες ρατσιστικές τάσεις, πλησιάζει τον συνάνθρωπο και επωφελούνται αμφότεροι.
Για να πετύχει το στόχο του ο εθελοντής χρειάζεται την στήριξη κοινωνικών επιστημόνων που θα τον καθοδηγήσουν, θα απαντήσουν στα ερωτήματα και τους προβληματισμούς του, θα τον ενθαρρύνουν αλλά και θα τον προστατέψουν. Η στήριξη αυτή είναι απαραίτητη προκειμένου να επιτευχθεί το έργο στο οποίο ο εθελοντής συμβάλλει και κυρίως για να έχει μια εμπειρία δημιουργική, πλούσια και προσοδοφόρα.
Η μοναξιά και ο ατομικισμός αποτελούν ένα από τα προβλήματα που οδηγούν στην αποδόμηση της σύγχρονης κοινωνίας.
Ο Εθελοντισμός μπορεί να προσφέρει ένα δίκτυο, όπου βιώνεται η αίσθηση της αλληλεγγύης και της συνύπαρξης που χρειάζεται ο σύγχρονος άνθρωπος τόσο πολύ. Η αίσθηση ότι ανήκει σε μια ομάδα ανθρώπων που εργάζονται για ένα κοινό σκοπό, που μοιράζονται το ίδιο όραμα, τις ίδιες ευαισθησίες. Παράλληλα, έρχεται κοντά στην ανθρώπινη φύση του, εξελίσσει την κοινωνική του διάσταση, δοκιμάζει τις δεξιότητες του, παίρνει στήριξη και γνώση…
Πηγές
1. Friedrich Engels, 1984, Η διαλεκτική της φύσης, Σύγχρονη Εποχή: Αθήνα.
2. Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού (Ηλεκτρονική πύλη)
3 . Μπιτσάκης, Ευτύχης, «Ἄλμπερτ Ἀϊνστάιν. Ο επιστήμονας και ὁ φιλόσοφος» , Οικονομία και Κοινωνία, 3 (1979)
4 . Μπιτσάκης Ευτύχης, «Μορφές φυσικής αιτιοκρατίας». Δωδώνη 14/Γ΄ (1985), 45-70
5. Μπιτσάκης Ευτύχης, 1975, Το είναι και το γίγνεσθαι, Δωδώνη: Αθήνα
6. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών (Ηλεκτρονική Πύλη)
7. Αντωνοπούλου Μ.(1991), Θεωρία και ιδεολογία στη σκέψη των κλασσικών της κοινωνιολογίας, Αθήνα.
8 . Consolidated version of the Treaty (OJEC C325 of 24 December 2002)
9. Ακαδημία Αθηνών, Η Αθηναϊκή Δημοκρατία, Μελέτες για το πολίτευμα και την ιδεολογία των Αθηναίων Αθήνα, 1995
10. Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Larousse Britannica τομ.59ος